Η σχέση μεταξύ των διαφορών στον λιπώδη ιστό ανάμεσα στους άνδρες και τις γυναίκες και της κατάστασης της υγείας τους
Γιατί οι γυναίκες παραμένουν υγιέστερες από τους άνδρες, παρά το γεγονός ότι μπορεί να καταναλώνουν μια διατροφή με υψηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά;
Οι υπέρβαρες και παχύσαρκες γυναίκες ενδέχεται να έχουν λιγότερες πιθανότητες για εκδήλωση διαβήτη και καρδιαγγειακών παθήσεων (CVD) όπως και καλύτερη αντίσταση στην ινσουλίνη από τους αντίστοιχους άνδρες, σύμφωνα με μελέτη σε ποντίκια από το Πανεπιστήμιο του York στο Τoronto του Καναδά.
Η μελέτη που δημοσιεύθηκε στο Frontiers in Physiology -- Vascular Physiology, μέτρησε την ανάπτυξη των αιμοφόρων αγγείων στον λιπώδη ιστό σε αρσενικά και θηλυκά ποντίκια, εστιάζοντας στις διαφορές του κοιλιακού λίπους ανάλογα με το φύλο, σε παχύσαρκα τρωκτικά σύμφωνα με την κύρια συγγραφέα Martina Rudnicki. Οι ερευνητές δήλωσαν ότι επικεντρώθηκαν στις ανισότητες των φύλων στα ποντίκια, δεδομένου ότι στους ανθρώπους, οι γυναίκες που κερδίζουν βάρος τείνουν να παραμένουν υγιέστερες από τους άνδρες ομολόγους τους.
"Η απόδειξη των κλινικά σημαντικών διαφορών που σχετίζονται με το φύλο στην ανάπτυξη διαταραχών που προκαλούνται από την παχυσαρκία συγκεντρώνει την προσοχή της έρευνας, ιδιαίτερα υπό το πρίσμα της αυξανόμενης παγκόσμιας επιβάρυνσης της παχυσαρκίας στη δημόσια υγεία", δήλωσε η Rudnicki. "Η αύξηση του δείκτη μάζας σώματος (BMI) συνδέεται έντονα με τη συχνότητα επιπλοκών της παχυσαρκίας και στα δύο φύλα. "Ωστόσο, παρά τα υψηλότερα ποσοστά παχυσαρκίας στις γυναίκες, οι άνδρες διαγιγνώσκονται με επιπλοκές που σχετίζονται με την παχυσαρκία σε χαμηλότερο BMI από τις γυναίκες".
Σύμφωνα με προηγούμενες έρευνες, τα θηλυκά ζώα είναι πιο ανθεκτικά σε μεταβολικές διαταραχές που σχετίζονται με την παχυσαρκία, παρά τα αρσενικά, αλλά εκτός από το γεγονός ότι οι γυναίκες και οι άνδρες διαφέρουν και ως προς την ευαισθησία τους σε παθήσεις όπως είναι οι καρδιαγγειακές και ο διαβήτης, οι επιστήμονες γνωρίζουν λίγα για τους εμπλεκόμενους βιολογικούς μηχανισμούς . Η Rudnicki και οι συνάδελφοί της αξιολόγησαν αρσενικά και θηλυκά ποντίκια ηλικίας 16 εβδομάδων, τα οποία ταΐζαν είτε με μια κανονική διατροφή, είτε με μια δίαιτα υψηλής περιεκτικότητας σε λίπος. Οι ερευνητές μέτρησαν τη συστηματική απόρριψη γλυκόζης των ζώων και την ευαισθησία στην ινσουλίνη κατά τη λήξη της μελέτης.
Η ομάδα διαπίστωσε ότι τα θηλυκά ποντίκια σε δίαιτα με υψηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά απέκτησαν μικρότερο βάρος από τα αρσενικά που έτρωγαν τα ίδια γεύματα, αλλά δεν παρατηρήθηκαν διαφορές ανάμεσα στα φύλα όσον αφορά στα επίπεδα των λιπιδίων στον ορό ή στην δημιουργία τριχοειδών αγγείων στους μυς. Τα θηλυκά που τράφηκαν με υψηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά κατάφεραν επίσης να διατηρήσουν τη μεταβολική τους λειτουργία στον λευκό λιπώδη ιστό γύρω από τα γεννητικά όργανα, αλλά ίσως το πιο σημαντικό εύρημα ήταν ότι τα υπέρβαρα θηλυκά ποντίκια κατέγραψαν περισσότερα αιμοφόρα αγγεία στον λιπώδη ιστό τους από ό,τι τα αρσενικά. Τα αιμοφόρα αγγεία στον λιπώδη ιστό είναι κρίσιμα για τη διατήρηση του ιστού υγιή, οξυγονωμένου και κορεσμένου με θρεπτικά συστατικά, ανέφεραν οι συντάκτες. Τα θηλυκά ποντίκια φάνηκαν να αυξάνουν τον αριθμό των αιμοφόρων αγγείων τους καθώς αυτά τρέφονταν με δίαιτα υψηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά, κάτι που δεν παρατηρήθηκε στα αρσενικά.
"Τα ευρήματά μας υπογραμμίζουν ότι τα θηλυκά σε μια διατροφή με υψηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά έχουν μεγαλύτερη αγγείωση στον λιπώδη ιστό του περίνεου απ 'ότι τα αρσενικά ποντίκια", σχολίασαν οι ερευνητές. "Επιπλέον, παρουσιάζουμε αρκετές αποδείξεις που υποστηρίζουν την προοπτική ότι η αυξημένη αγγείωση λιπωδών αγγείων στις γυναίκες συσχετίζεται με συσσώρευση μικρότερου λίπους, αυξημένη μετατροπή του σε καφέ λίπος, διατήρηση των λειτουργιών του λιπώδους ιστού, μεταβολισμό της γλυκόζης σε ολόκληρο το σώμα και μεγαλύτερη ευαισθησία στην μυϊκή ινσουλίνη.
Οι συγγραφείς δήλωσαν ότι είναι σημαντικό να κατανοήσουμε τις θεμελιώδεις κυτταρικές διεργασίες που ρυθμίζουν την ανάπτυξη των αιμοφόρων αγγείων, καθώς μπορούν να συμβάλουν στον κίνδυνο ενός ατόμου για πιθανές απειλητικές για τη ζωή τους ασθένειες.
Φωτεινή Πουρνάρα