Παγκόσμια έκθεση για την επισιτιστική κρίση
Νέα στοιχεία συνεχίζουν να σηματοδοτούν την αύξηση της παγκόσμιας οξείας πείνας η οποία εξακολουθεί να πλήττει πάνω από 100 εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο.
Οι ανάγκες για ανθρωπιστική βοήθεια και δαπάνες σε παγκόσμιο επίπεδο έχουν υπερδιπλασιαστεί την τελευταία δεκαετία, αυξάνοντας κατά περίπου 127%. Περίπου το 40% αυτών προέρχεται από τους τομείς των τροφίμων και της γεωργίας. Αυτές οι ανάγκες έχουν εντατικοποιηθεί τα τελευταία χρόνια, καθώς οι συγκρούσεις και οι κλιματικές κρίσεις έχουν, συνδυαστικά, αυξήσει παγκόσμια τον αριθμό των ανθρώπων που χρειάζονται ανθρωπιστική βοήθεια για την κάλυψη των βασικών καθημερινών αναγκών τους σε τρόφιμα. Το 2018 εκτιμάται ότι 113 εκατομμύρια άνθρωποι σε 53 χώρες γνώρισαν επίπεδα οξείας ασιτίας, σύμφωνα με την Παγκόσμια Έκθεση για τις Επισιτιστικές Κρίσεις του 2019, που δημοσιεύθηκε στις 2 Απριλίου. Ενώ ο αριθμός αυτός είναι κάτω από τα επίπεδα του 2017, παραμένει απαράδεκτα υψηλός.
Διαβάστε:
Το φαγητό που επιλέγουμε να φάμε θα μπορούσε να μειώσει την αλλαγή του κλίματος
Η έκθεση προετοιμάστηκε από 15 κορυφαίους παγκόσμιους και περιφερειακούς οργανισμούς, με επικεφαλής τον Οργανισμό Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO), το Παγκόσμιο Επισιτιστικό Πρόγραμμα (WFP) και το IFPRI. Η μελέτη παρέχει τις τελευταίες εκτιμήσεις για την οξεία πείνα σε παγκόσμιο και σε εθνικό επίπεδο, καθώς και την ανάλυση των βασικών παραγόντων πίσω από τις τρέχουσες τάσεις της πείνας, προκειμένου να βοηθηθούν οι οργανώσεις ανθρωπιστικής βοήθειας και οι αναπτυξιακοί οργανισμοί στον καλύτερο συντονισμό και την αντιμετώπιση των κύριων αιτίων των επισιτιστικών κρίσεων. Η έκθεση παρακολουθεί την επισιτιστική ανασφάλεια σε 53 χώρες που είναι ευάλωτες και παρέχει σε βάθος ανάλυση των αιτίων της σοβαρής επισιτιστικής ανασφάλειας σε 27 χώρες.
Διαβάστε και αυτό:
Βιοεμπλουτισμός: η επανάσταση στην διατροφή
Όπως και το 2018, οι κύριοι παράγοντες που οδήγησαν σε οξεία κρίση της πείνας και των τροφίμων ήταν οι επίμονες συγκρούσεις και τα δυσμενή καιρικά φαινόμενα. Οκτώ χώρες - η Υεμένη, η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, το Αφγανιστάν, η Αιθιοπία, η Συρία, το Σουδάν, το Νότιο Σουδάν και η βόρεια Νιγηρία - αντιπροσώπευαν τα δύο τρίτα του συνολικού αριθμού των ατόμων που αντιμετωπίζουν έντονη επισιτιστική ανασφάλεια. Επιπλέον τα 10,2 εκατομμύρια άνθρωποι που βρέθηκαν αντιμέτωποι με οξεία επισιτιστική ανασφάλεια ως αποτέλεσμα των οικονομικών κρίσεων, βρίσκονταν κυρίως στο Μπουρούντι, το Σουδάν και τη Ζιμπάμπουε. Η έκθεση επισημαίνει επίσης την ανησυχητική άνοδο της έντονης επισιτιστικής ανασφάλειας στη Βενεζουέλα, η οποία οφείλεται στην οικονομική κατάρρευση και τον υπερπληθωρισμό της χώρας.
Οι μελετητές αποδίδουν την μικρή πτώση του συνολικού αριθμού των ανθρώπων με έντονη πείνα στο χαμηλότερο αντίκτυπο των παγκόσμιων κρίσεων που σχετίζονται με το κλίμα το 2018 από ό, τι το 2017, όταν το φαινόμενο El Niño επηρέασε τις θερμοκρασίες και τις βροχοπτώσεις σε πολλές περιοχές του κόσμου. Παρόλα αυτά, οι καιρικές συνθήκες που οφείλονται στην αλλαγή του κλίματος παραμένουν σημαντική απειλή. Είκοσι εννέα εκατομμύρια άνθρωποι, οι περισσότεροι στην Αφρική, ωθήθηκαν σε οξεία επισιτιστική ανασφάλεια το 2018 λόγω κλιματικών και φυσικών καταστροφών. Αυτές οι απειλές είναι ιδιαίτερα έντονες για τους πληθυσμούς που ήδη αντιμετωπίζουν επισιτιστική ανασφάλεια.
Διαβάστε επίσης:
Στοχεύοντας στη βελτίωση της διατροφής των μητέρων και των παιδιών στις φτωχές περιοχές του κόσμου
Οι συγκρούσεις διαδραμάτισαν σαφέστερο ρόλο το 2018. Περίπου 74 εκατομμύρια άνθρωποι που αντιμετωπίζουν έντονη πείνα βρίσκονταν σε 21 χώρες και περιοχές που πλήττονται από συγκρούσεις ή πολιτικές αναταραχές. Οι περισσότεροι – περίπου 33 εκατομμύρια – ζουν σε 10 χώρες στην Αφρική, ενώ πάνω από 27 εκατομμύρια ζουν σε 7 χώρες στη Δυτική Ασία και τη Μέση Ανατολή και 13 εκατομμύρια σε 3 χώρες στη Νότια και Νοτιοανατολική Ασία. Λίγο πάνω από ένα εκατομμύριο ζουν στην Ανατολική Ευρώπη. Οι συγκρούσεις και η ανασφάλεια συνέχισαν να προκαλούν μαζικές εκτοπίσεις και το 2018. Η έκθεση διαπίστωσε υψηλά επίπεδα οξύ και χρόνιου υποσιτισμού παιδιών σε περιοχές που επλήγησαν από επισιτιστικές κρίσεις. Σχετικά λίγα παιδιά βρέθηκαν να καταναλώνουν μια ελάχιστη αποδεκτή τροφή σε ορισμένες περιπτώσεις, ενώ λιγότερο από το 10% των παιδιών ηλικίας 6-23 μηνών τρέφονταν επαρκώς.
Οι αναλυτές αναμένουν ότι η Υεμένη, η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, το Αφγανιστάν, η Αιθιοπία, η Συρία, το Σουδάν και το Νότιο Σουδάν και η βόρεια Νιγηρία θα παραμείνουν στο μάτι του κυκλώνα από επισιτιστικής άποψης. Πολλές περιοχές στη Νότια Αφρική, τη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική, πιθανόν να επηρεαστούν σοβαρά από κλιματικούς κραδασμούς που θα μειώσουν τη γεωργική παραγωγή και θα αυξήσουν τις τιμές των τροφίμων. Η αναγκαστική μετανάστευση και ο αυξανόμενος πληθυσμός προσφύγων αναμένεται επίσης να συνεχίσει να επιβαρύνει τις χώρες υποδοχής, ιδίως στο Μπαγκλαντές, τη Συρία και τη Βενεζουέλα.
Τέλος, η έκθεση απευθύνει έκκληση για αυξημένη συνεργασία για τον τερματισμό των συγκρούσεων, την ενδυνάμωση των γυναικών, τη διατροφή και την εκπαίδευση των παιδιών, τη βελτίωση της αγροτικής υποδομής και την ενίσχυση των δικτύων κοινωνικής ασφάλειας, προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι αιτίες των κρίσεων των τροφίμων που προκαλούνται από ανθρωπογενείς παράγοντες. Επιπλέον, οι επενδύσεις σε αγροτική ανάπτυξη και δίκτυα κοινωνικής ασφάλειας θα συμβάλουν επίσης στη δημιουργία ενός αποθέματος κατά των καταστροφών που προκαλούνται από το κλίμα και τις καιρικές συνθήκες.
Φωτεινή Πουρνάρα
Πηγές: ec.europa.eu, fao.org