Το μέλι και η διατροφική του αξία
Αποτελεί το προϊόν των μελισσών (Apis mellifera) αλλά παράγεται και από το νέκταρ ανθών ή από τις εκκρίσεις δέντρων και φυτών τα οποία τελικά παράγουν νέκταρ μελιού. Από τα αρχαιότητα το μέλι είχε διττή χρήση: διατροφική και θεραπευτική.
Λόγω των φυσικών του ιδιοτήτων το μέλι μπορεί να δράσει ως ένα φυσικό μονωτικό και εξαιτίας της οσμωτικότητάς του μπορεί να δημιουργήσει ένα υγρό περιβάλλον επούλωσης πληγών το οποίο μάλιστα δεν κολλάει στους κατεστραμμένους ιστούς της πληγής. Το υγρό αυτό περιβάλλον επούλωσης θεωρείται πως εμποδίζει την ανάπτυξη των βακτηρίων. Το μέλι επίσης μειώνει τη φλεγμονή και περιορίζει την παραγωγή εκκρίσεων. Η χρήση του σε πολλές παθήσεις έχει αποκτήσει τέτοια έκταση, ώστε πρόσφατα δημιουργήθηκε ένας κλάδος εναλλακτικής ιατρικής με την ονομασία 'μελισσοθεραπεία'.
Με περισσότερες από 181 θρεπτικές ουσίες, το μέλι αποτελεί πραγματικό ‘διατροφικό θησαυρό’ που μπορεί να ανεβάσει κατακόρυφα την αξία ενός μεσογειακού διατροφικού πλάνου. Περιέχει σάκχαρα, μικρά ποσά πρωτεΐνης, ένζυμα (καταλάση, ασκορβικό οξύ, καροτενοειδείς ουσίες, οξειδάση της γλυκόζης), αμινοξέα, μέταλλα, ιχνοστοιχεία βιταμίνες και μια ποικιλία αντιοξειδωτικών ουσιών, όπως φαινολικά οξέα και φλαβονοειδή.
Οι επιδράσεις του μελιού στην υγεία κινούσαν ανέκαθεν το ενδιαφέρον της επιστημονικής κοινότητας. Η μεγάλη του οσμωτικότητα και οξύτητα θεωρούνται υπεύθυνες για την αντιμικροβιακή του δράση. Ενδιαφέρον όμως παρουσιάζουν και οι αντιοξειδωτικές ιδιότητες του μελιού. Οι δράσεις αυτές αφορούν τον περιορισμό των αντιδράσεων οξείδωσης μέσα στα τρόφιμα και τον ανθρώπινο οργανισμό, που μπορούν να προκαλέσουν δηλητηρίαση αλλά και ανεπιθύμητες διαταραχές της υγείας, όπως χρόνιες παθήσεις και μερικές μορφές καρκίνου.
Οι ουσίες του μελιού προστατεύουν τα κύτταρα και ιδιαίτερα τις μεμβράνες τους από τις διαδικασίες της οξείδωσης. Περιορίζουν επίσης την ενδοκυτταρική παραγωγή των επιζήμιων ελευθέρων ριζών. Οι φυτοχημικές ουσίες που περιέχονται στο μέλι ενισχύουν την άμυνα του οργανισμού έναντι του οξειδωτικού στρες αποδεικνύοντας έτσι πως η κατανάλωση του μελιού αντί παραδοσιακών γλυκαντικών παρέχει το πρόσθετο αυτό όφελος.
Ενδείξεις υπάρχουν πως το μέλι μπορεί να περιορίσει την εξάπλωση των μεταστατικών καρκινικών κυττάρων. Ενδείξεις μείωσης φλεγμονής έχουν φανεί σε πειραματικά μοντέλα ευερέθιστου εντέρου.
Οι ευεργετικές του δράσεις όμως δεν σταματούν εδώ.
Ερευνητικά δεδομένα δείχνουν πως μπορεί να δράσει κατασταλτικά έναντι του ελικοβακτηριδίου του πυλωρού, την αιτία δηλαδή των πεπτικών ελκών και των γαστρίτιδων.
Οι ολιγοσακχαρίτες επίσης που περιέχει το μέλι επιδεικνύουν αξιόλογη πρεβιοτική δράση, ευνοώντας έτσι την ανάπτυξη εκείνων των μικροοργανισμών στο έντερο που προάγουν την καλή του λειτουργία.
Τέλος, το μέλι μπορεί να δράσει ευεργετικά έναντι καρδιαγγειακών παραγόντων κινδύνου σε υγιείς αλλά και σε άτομα με αυξημένους παράγοντες κινδύνου. Σε σχετικές μελέτες φάνηκε πως σε υπέρβαρα ή παχύσαρκα άτομα, η μέτρια κατανάλωση μελιού αντί ζάχαρης μείωσε ήπια το σωματικό βάρος και λίπος τους, την ολική και την ‘κακή’ χοληστερόλη τους, και τα τριγλυκερίδια.
Αποτελώντας λοιπόν μια θαυμάσια πηγή ενέργειας και υδατανθράκων για παιδιά και αθλητές το μέλι οφείλει να είναι ενταγμένο στο καθημερινό διαιτολόγιο.