Νέα μελέτη υποστηρίζει ότι δεν θα πρέπει να μετράμε θερμίδες, απλά να διαβάζουμε τις διατροφικές ετικέτες

Η εμφανής αναγραφή των θερμίδων στα μενού μπορεί να αλλάξει το πόσο επιθυμητά είναι κάποια φαγητά στους καταναλωτές και να επηρεάσει τον εγκέφαλό τους στο να κάνει πιο λογικές και υγιεινές επιλογές, σύμφωνα με μια πρόσφατη επιστημονική μελέτη.

Παρασκευή, 8 Φεβρουαρίου 2019

Η προσθήκη θερμιδικών ενδείξεων στα μενού έχει γίνει ένα δημοφιλές θέμα συζήτησης τελευταία. Ενώ ορισμένοι πιστεύουν ότι είναι ένας καθοριστικής σημασίας τρόπος πίεσης των καταναλωτών ώστε να κάνουν πιο υγιεινές επιλογές τροφίμων, άλλοι είναι πεπεισμένοι ότι είναι κάτι εντελώς άσκοπο. Εάν έχετε αναρωτηθεί ποτέ κατά πόσο η καταγραφή των θερμίδων δίπλα στο εκάστοτε πιάτο επηρεάζει την τελική σας επιλογή, η απάντηση είναι ναι. Μια νέα αμερικανική μελέτη αποκάλυψε ότι όχι μόνο οι πληροφορίες για τις θερμίδες κάνουν την τροφή λιγότερο ελκυστική, αλλά φαίνεται επίσης να αλλάζουν τον τρόπο με τον οποίο ο εγκέφαλός μας ανταποκρίνεται στο φαγητό, καθιστώντας το λιγότερο ευχάριστο.

Αν και οι γνώμες των ερευνητών διχάζονται, μια ομάδα επιστημόνων από το Dartmouth College διαπίστωσε πρόσφατα ότι τα εστιατόρια που στα μενού τους αποτυπώνουν τόσο τις εικόνες των πιάτων που προσφέρουν αλλά και τον αριθμό των αντίστοιχων θερμίδων, είναι πιο πιθανό να επηρεάσουν τις συνήθειες των καταναλωτών. "Τα ευρήματά μας υποδεικνύουν ότι η θερμιδική σήμανση μπορεί να μεταβάλλει τις αντιδράσεις στο σύστημα ανταμοιβής του εγκεφάλου όταν κάνει διατροφικές επιλογές", δήλωσε η ερευνήτρια Andrea Courtney. "Επιπλέον, πιστεύουμε ότι οι διατροφικές παρεμβάσεις είναι πιθανό να είναι πιο επιτυχείς εάν ληφθούν υπόψη τα κίνητρα του καταναλωτή, συμπεριλαμβανομένου του κατά πόσο είναι ή όχι σε δίαιτα", πρόσθεσε.

Ο ρόλος του εγκεφάλου

Οι ερευνητές έβαλαν τους 42 φοιτητές που συμμετείχαν στη μελέτη να εξετάσουν περίπου 200 εικόνες τροφίμων που είτε ανέγραφαν θερμιδικές μετρήσεις είτε όχι. Η ομάδα χωρίστηκε σχεδόν ομοιόμορφα μεταξύ εκείνων που ήταν σε δίαιτα και εκείνων που έτρωγαν κανονικά, καθώς οι ερευνητές πίστευαν ότι οι δύο ομάδες θα κάνουν διαφορετικές επιλογές τροφίμων. Σε όλους έδειξαν τις ίδιες εικόνες και οι περισσότερες από αυτές περιλάμβαναν είδη γρήγορου φαγητού.

Αφού συνδέθηκαν με μια συσκευή λειτουργικού μαγνητικού συντονισμού, οι συμμετέχοντες κλήθηκαν να αξιολογήσουν πόσο ήθελαν να φάνε το κάθε φαγητό σε μια κλίμακα από ένα έως τέσσερα και, στη συνέχεια, πόσο πιθανό θα ήταν να τα επιλέξουν τελικά στην τραπεζαρία βάσει της ίδιας κλίμακας. Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι, τόσο όσοι έκαναν δίαιτα όσο και οι άλλοι, επηρεάστηκαν από τον συνδυασμό εικόνων των τροφίμων και αριθμού των θερμίδων. Αφού είδαν και τις δύο εικόνες, διαπιστώθηκε ότι οι συμμετέχοντες ήταν λιγότερο πιθανό να επιλέξουν τα ανθυγιεινά πιάτα. Ωστόσο, όταν οι μετρήσεις των θερμίδων δεν εμφανίζονταν στις εικόνες των τροφίμων, τα αποτελέσματα ήταν λίγο διαφορετικά. Εκείνοι που έκαναν δίαιτα ήταν πιο πιθανό να συνεχίσουν να αποφεύγουν τα πιο λιπαρά και ανθυγιεινά τρόφιμα, ενώ όσοι έτρωγαν κανονικά δεν είχαν την ίδια αντίδραση.

Οι ερευνητές θεώρησαν τα αποτελέσματα ως θετικά, καθώς αποδεικνύουν περαιτέρω ότι οι καταναλωτές που αναζητούν υγιεινότερες επιλογές θα συνεχίσουν να το κάνουν ακόμη και όταν δεν είναι διαθέσιμες οι θερμιδικές μετρήσεις. Παρόλα αυτά, όταν υπάρχουν μετρήσεις, αυτές βοηθούν τις τελικές επιλογές των καταναλωτών. "Για να παρακινήσουμε τους ανθρώπους να κάνουν πιο υγιεινές διατροφικές επιλογές, απαιτούνται αλλαγές στην πολιτική που θα περιλαμβάνουν όχι μόνο πληροφορίες για τα θρεπτικά συστατικά και τις θερμίδες αλλά και μια συνιστώσα δημόσιας εκπαίδευσης, η οποία θα ενισχύει τα μακροπρόθεσμα οφέλη μιας υγιεινής διατροφής", δήλωσε η ερευνήτρια Kristina Rapuano η οποία ήταν διπλωματούχος φοιτήτρια του τμήματος επιστημών ψυχολογίας και εγκεφάλου στο Dartmouth την εποχή που διεξάχθηκε η έρευνα. Τα ευρήματα της μελέτης δημοσιεύθηκαν στο PLOS ONE

Φωτεινή Πουρνάρα

Πηγές: https://journals.plos.orghttps://www.dartmouth.edu

Όροι: 
Κατηγοριες: