Νέα έρευνα συσχετίζει τη διατροφή χωρίς γλουτένη με τον διαβήτη
Τα άτομα με κοιλιοκάκη ή δυσανεξία στη γλουτένη μπορούν να επωφεληθούν από μια δίαιτα με χαμηλή περιεκτικότητα σε γλουτένη. Πολλοί όμως, χωρίς να έχουν αυτά τα προβλήματα, επιλέγουν να υιοθετήσουν μια διατροφή χωρίς γλουτένη με την ελπίδα ότι ωφελεί την υγεία τους. Ωστόσο, νέα έρευνα δείχνει ότι μια τέτοια δίαιτα μπορεί να έχει αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία, αυξάνοντας τον κίνδυνο του διαβήτη.
Η γλουτένη είναι μια πρωτεΐνη που βρίσκεται κυρίως στο σιτάρι, το κριθάρι, τη σίκαλη καθώς και στα ψημένα προϊόντα ή και σε άλλα τρόφιμα που περιέχουν αυτά τα σιτηρά. Τα άτομα με κοιλιοκάκη - μια αυτοάνοση διαταραχή που επηρεάζει εκατομμύρια ανθρώπους στον κόσμο- αποφεύγουν τη γλουτένη, επειδή το ανοσοποιητικό τους σύστημα ανταποκρίνεται σε αυτήν ερεθίζοντας το λεπτό έντερο. Όλο και περισσότεροι άνθρωποι υιοθετούν μια διατροφή χωρίς γλουτένη, παρά το γεγονός ότι τα οφέλη για την υγεία δεν είναι πλήρως σαφή.
Νέα έρευνα - που παρουσιάστηκε στο Συνέδριο Επιδημιολογίας και Πρόληψης της Αμερικανικής Καρδιολογικής Εταιρείας και την οποία παρουσιάζει εδώ το itrofi.gr, δείχνει ότι μια δίαιτα χαμηλής περιεκτικότητας σε γλουτένη μπορεί να έχει δυσμενείς επιπτώσεις στην υγεία από την αύξηση του κινδύνου διαβήτη τύπου 2.
Μελετώντας τη σχέση μεταξύ της κατανάλωσης γλουτένης και διαβήτη τύπου 2
Ο Geng Zong, Ph.D. ένας από τους συγγραφείς της μελέτης και ερευνητής στο Τμήμα Διατροφής στη Σχολή Δημόσιας Υγείας Τ.Η. Chan του Πανεπιστημίου Harvard στη Βοστόνη, εξηγεί το κίνητρο πίσω από τη μελέτη: «Θέλαμε να προσδιορίσουμε αν η κατανάλωση γλουτένης θα επηρεάσει την υγεία των ατόμων χωρίς εμφανείς ιατρικούς λόγους αποφυγής της γλουτένης. Τα τρόφιμα χωρίς γλουτένη έχουν συχνά λιγότερες φυτικές ίνες και άλλα ιχνοστοιχεία, γεγονός που τα καθιστά λιγότερο θρεπτικά ενώ , παράλληλα, είναι και περισσότερο ακριβά». Η ομάδα υπολόγισε την κατανάλωση γλουτένης για 199.794 άτομα που συμμετείχαν σε τρεις μακροχρόνιες μελέτες: την μελέτη Nurses 'Health (NHS) Ι και ΙΙ, καθώς και την έρευνα Health Professionals Follow-up Study (HPFS). Στο πλαίσιο αυτών των μελετών, οι συμμετέχοντες απάντησαν σε ερωτηματολόγια για τη συχνότητα κατανάλωσης διαφόρων τροφίμων κάθε 2 έως 4 χρόνια. Συνολικά, οι συμμετέχοντες κατανάλωναν λιγότερο από 12 γραμμάρια γλουτένης ανά ημέρα. Η μέση ημερήσια κατανάλωση ήταν 5,8 γραμμάρια για τη μελέτη NHS Ι, 6,8 γραμμάρια για την NHS II, και 7,1 γραμμάρια για την HPFS. Οι ερευνητές παρακολούθησαν τους συμμετέχοντες για περίπου 30 χρόνια, μεταξύ των ετών1984-1990 και 2010-2013.
Οι άνθρωποι που καταναλώνουν περισσότερη γλουτένη έχουν 13% λιγότερες πιθανότητες να παρουσιάσουν διαβήτη
Καθ 'όλη τη διάρκεια των 30 ετών της περιόδου παρακολούθησης, εντοπίστηκαν 15.947 περιπτώσεις διαβήτη τύπου 2. Η μελέτη διαπίστωσε ότι οι συμμετέχοντες που είχαν την υψηλότερη πρόσληψη γλουτένης - έως 12 γραμμάρια την ημέρα - είχαν χαμηλότερο κίνδυνο ανάπτυξης διαβήτη τύπου 2 κατά τη διάρκεια της παρακολούθησης. Εκείνοι που έτρωγαν λιγότερη γλουτένη είχαν επίσης χαμηλότερη πρόσληψη φυτικών ινών δημητριακών που ως γνωστόν, προστατεύουν από το διαβήτη. Συγκεκριμένα, οι συμμετέχοντες που έπαιρναν ποσοστό κοντά στο 20% της κλίμακας κατανάλωσης γλουτένης, είχαν 13% λιγότερες πιθανότητες να αναπτύξουν διαβήτη τύπου 2, σε σύγκριση με εκείνους των οποίων η πρόσληψη γλουτένης ήταν κάτω από 4 γραμμάρια ανά ημέρα.
«Οι άνθρωποι χωρίς κοιλιοκάκη μπορούν να επανεξετάσουν τον περιορισμό της πρόσληψης γλουτένης για την πρόληψη των χρόνιων ασθενειών, κυρίως για τον διαβήτη», προτείνει ο Dr. Zong.
H μελέτη ήταν παρατηρητική , πράγμα που σημαίνει ότι δεν μπορεί να αποδείξει την αιτιότητα και σίγουρα χρειάζεται περισσότερη έρευνα για να επιβεβαιωθούν τα ευρήματα. Επιπλέον, οι ερευνητές δεν περιέλαβαν δεδομένα από εκείνους που είχαν βγάλει εντελώς τη γλουτένη από τη διατροφή τους.